«Αυτή η Στιγμιαία Οσμή»

Αριστέα Χαρωνίτη στο Κέντρο Τεχνών Μετς
Εγκαίνια: Πέμπτη 29 Μαΐου στις 19.00 – 22.000
Διάρκεια: 29/5 – 21/06/2025
Επιμέλεια: Νιόβη Κρητικού
Διεύθυνση: Ευγενίου Βουλγάρεως 6, Μετς
Ωράριο: Τρίτη, Πέμπτη, Παρασκευή: 17.00 – 20.30
Τετάρτη & Σάββατο: 11.00-15.00
Είσοδος Ελεύθερη
Σαν μια ανάσα που διακόπτει τον χρόνο, το έργο της Αριστέας Χαρωνίτη ξετυλίγεται στον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ ανάμνησης και φαντασίας. Εκεί όπου δεν έχει μείνει τίποτε άλλο παρά μόνο η μυρωδιά. Μια μυρωδιά της στιγμής, μια γεύση déjà vu που αποπροσανατολίζει την αφήγηση του παρόντος και αναδύεται σαν ένας απόκοσμος απόηχος ενός παλιού συναισθήματος.
Η γραφή της είναι σχεδιακή, διαρκώς υπό διαμόρφωση, σαν μονοκοντυλιές σκέψεις που πλατσουρίζουν με παιδική αφέλεια στους κυκλώνες της μνήμης. Κάθε έργο, γκροτέσκο ή ρομαντικό, λειτουργεί σαν ψυχικό ίχνος, μια σημείωση που βρίσκεται στα περιθώρια της επίγνωσης. Η σχεδιαστική της γλώσσα δεν αποζητά λύσεις αλλά στοργή∙ μια στοργή που αναζητείται ακόμα κι όταν καμουφλάρεται πίσω από ιδιοτελή ελατήρια, εγωισμούς ή άρρητα συναισθηματικά φορτία.
Οι μορφές της εμφανίζονται και εξαφανίζονται, όπως τα ονειρικά επεισόδια που δεν θυμόμαστε πια ξεκάθαρα. Αφήνουν ίχνη, παρόμοια με αυτά του καλλιτεχνικού πατινάζ, λεπτά και αέρινα, που γλιστρούν ανεπαίσθητα στους κάλυκες της γλώσσας άλλοτε πικρά, άλλοτε γλυκά, άλλοτε στυφά ή όξινα. Είναι εικόνες ιδιωτικής σκέψης, ανάμνηση που ξεθωριάζει, ένα συναίσθημα που επιστρέφει με το άρωμα ενός προσώπου, τη ζεστασιά μιας κατάστασης που δεν μπορούμε πια να εντοπίσουμε.
«Ήταν άραγε όνειρο ή συνέβη στα αλήθεια; Ήταν μέρα ή νύχτα;» ερωτάται η ίδια, χωρίς να απαντά. Μονάχα μια μυρωδιά που επιμένει, σαν αυτόνομος επιζών του εφήμερου, την κρατά.
Ο κόσμος της Αριστέας
είναι κατοικημένος από δυάδες, σώματα ερωτευμένα ή δεμένα με άλλου είδους δεσμούς, στιγμές τρυφερότητας και ταυτόχρονα αποχωρισμού. Εκεί όπου το κανάλι της όσφρησης μετατρέπεται σε πομπό και δέκτη ψυχικών δεδομένων. Η απώλεια, ο θάνατος, η απουσία, η αμηχανία της μνήμης γίνονται αντικείμενα ψυχικής αναμέτρησης μέσα από τις πιο ταπεινές ή και φαινομενικά ασήμαντες στιγμές. Ένα φαξ προς το υπερπέραν που δεν λειτουργεί, ένα καλώδιο που μπερδεύεται, ένα βλέμμα που δίνεται χωρίς να ανταποδίδεται είναι ο μίτος της συλλογιστικής της.
Κάθε έργο λειτουργεί σαν προσωρινός καθρέφτης ενός εσωτερικού εαυτού που προσπαθεί να συναντήσει την πραγματικότητα, να τη νιώσει, να την ακουμπήσει. Μα πριν τη συλλάβει, αυτή σβήνει. Η φθίνουσα πορεία της εικόνας, η ηθελημένη διαγραφή, οι σκιές και τα αχνά ίχνη στο έργο της, μαρτυρούν αυτό ακριβώς: τη μνήμη ως απουσία εικόνας, ως παρατεταμένη επίγευση, ως ολφαστικό απομεινάρι μιας αλήθειας που ποτέ δεν θα ειπωθεί.
Η δουλειά της Αριστέας δεν περιγράφει μονάχα αφηγηματικά σενάρια αλλά υπαινίσσεται. Δεν εξηγεί, μα δημιουργεί εκείνο το ρίγος, εκείνη τη σταματημένη ανάσα όταν κάτι, που έστω και για μια στιγμή, αναδύει αυτό που δεν θυμόμαστε. Ολισθαίνοντας κρυφά στους συνειρμικούς λογισμούς της θα άκουγε κανείς τριζοβολημένα:
«Σε είδα.
Σε ένα συννεφάκι πάνω.
Ήθελες να στείλεις φαξ και ήταν αστείο γιατί σε έβλεπα που ταλαιπωριόσουν με τη λειτουργία του φαξ και τα καλώδια.
Το φαξ ήταν σίγουρα για μένα.
Δεν μπορώ ούτε να σκεφτώ άλλη περίπτωση.»
Εκεί ακριβώς, στο ασαφές αλλά συνάμα βαθιά οικείο και τρυφερό, εδρεύει και η εσωτερική της συγκίνηση που γίνεται χρώματα και σχήματα που μπλέκονται, συνομιλούν και εν τέλει αναδύονται ως άμωμες συλλήψεις του παραλόγου, με στοργή παιδικού παραμιλητού. Κι όπως οι μορφές της ξεθωριάζουν, το ίχνος αντί να εξανεμίζεται, γίνεται συνείδηση.
Νιόβη Κρητικού
Ιστορικός Τέχνης – Επιμελήτρια – Εικαστικός
ΕΝ
This Momentary Scent
Aristea Charoniti at the Mets Art Center
Opening: Thursday, May 29, 19:00–22:00
Duration: 29/05 – 21/06/2025
Curator: Niovi Kritikou
Address: 6 Evgeniou Voulgareos Street, Mets
Opening Hours:
Tuesday, Thursday, Friday: 17:00 – 20:30
Wednesday & Saturday: 11:00 – 15:00
Free Admission
Like a breath that interrupts time, Aristea Charoniti’s work unfolds in the in-between space of memory and imagination—where nothing remains but a scent. A fleeting aroma, a taste of déjà vu that unsettles the narrative of the present and rises like an uncanny echo of an old emotion.
Her linework is sketch-like, in constant flux—thoughts in a single stroke, splashing with childlike innocence through the whirlwinds of memory. Each piece, whether grotesque or romantic, functions as a psychic trace, a marginal note hovering at the edges of awareness. Her visual language seeks not resolution but tenderness—a tenderness that persists even when veiled by selfish motives, ego, or unspeakable emotional weight.
Her figures appear and disappear like dream episodes we can no longer clearly recall. They leave traces, delicate and fleeting, like figure skating etchings—sliding imperceptibly across the chalices of the tongue: sometimes bitter, sometimes sweet, sometimes tart or acidic. These are images of private thought, of fading memory, of feelings returning with the scent of a face, the warmth of a moment we can no longer locate.
“Was it a dream or did it truly happen? Was it day or night?” she asks herself, without answering. Only a scent remains, stubbornly, like an autonomous survivor of the ephemeral, holding her tethered to the moment.
Aristea’s world
is inhabited by dyads—bodies in love or bound by other ties—moments of tenderness and, at the same time, separation. A world where the channel of smell becomes both transmitter and receiver of psychic data. Loss, death, absence, the awkwardness of memory are all faced through the most humble or seemingly trivial moments. A fax that never sends to the beyond, a tangled cable, a gaze offered without response—these form the threads of her contemplation.
Each piece is a temporary mirror of an inner self trying to meet reality, to feel it, to touch it. Yet just before it is grasped—it fades. The fading of the image, the intentional erasure, the shadows and faint traces in her work testify to this very thing: memory as image’s absence, as lingering aftertaste, as olfactory residue of a truth that will never be told.
Aristea’s work doesn’t merely describe narrative plots—it hints. It doesn’t explain, but instead evokes that shiver, that breath held still when something—if only for a moment—emerges that which we cannot remember. If one were to slip quietly into her associative reasoning, one might overhear, crackling:
“I saw you.
On a little cloud above.
You were trying to send a fax and it was funny because I could see you struggling with the machine and the cables.
The fax was definitely meant for me.
I can’t even imagine any other possibility.”
It is there, precisely—in the vague yet deeply familiar and tender—that her inner emotion resides, becoming colors and shapes that intertwine, converse, and eventually surface as immaculate glimpses of the absurd, with the affection of a child’s murmuring. And as her figures fade, the trace does not vanish; it becomes consciousness.
Niovi Kritikou
Art Historian – Curator – Visual Artist